συνεξακολούθησις

συνεξακολούθησις
-ήσεως, ἡ, ΜΑ [συνεξακολουθῶ]
το να έχουν ορισμένες λέξεις την ίδια κατάληξη («ὡς δὲ πολλὰς λέξεις καινοτομεῑ καὶ ἡ συνεξακολούθησις δῆλον καὶ ἐκ τοῡ υἱάσι», Ευστ.).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”